2.3.12

Παρελειπόμενα Θεσσαλονίκης 2 (Παρίσι - Αθήνα - Θεσσαλονίκη)

To καφέ-εστιατόριο στο όροφο του αεροδρομίου στη Θεσσαλονίκη είναι ίδιο με καφέ-εστιατόριο στην Εθνική. Μόνο που απέξω περνάνε αεροπλάνα. Ίδια και τα φαγητά, ίδια η «διακόσμηση», ίδια η μουσική υπόκρουση, ίδιοι οι άνθρωποι. Το κομπολόι του απέναντι δε βοηθάει στη συγκέντρωση. Στο αεροπλάνο προσπαθώ να καταλάβω ποιοι είναι οι συνταξιδιώτες. Άνθρωποι που «ανέβηκαν» για το φεστιβάλ δεν είναι. Θεσσαλονικείς, της Αθήνας; Μάλλον όχι. Μέσα σε δύο εικοσιτετράωρα βρίσκομαι από το Παρίσι στην Αθήνα και από εκεί στη Θεσσαλονίκη. Με αεροπλάνο, να είναι καλά τα μίλια της Ολυμπιακής. Ξενέρωτη επιλογή το αεροπλάνο, αλλά δε γίνεται διαφορετικά. Προσγείωση στην Αθήνα την τέταρτη (ή πέμπτη) μέρα αναζήτησης πρωθυπουργού για την χώρα. Αναμένω να ανακοινώσει ο πιλότος το όνομα όπως μια άλλη φορά είχε ανακοινώσει το σκορ για ένα αγώνα του μουντιάλ. Τίποτα. Στη διαδρομή που διαρκεί μία ώρα από το Ελ. Βενιζέλος στο Κουκάκι, ο εκφωνητής του ραδιοφώνου αναφέρει τέσσερα διαφορετικά ονόματα. Στη μία ώρα που χρειάζομαι για να αλλάξω από χειμερινή-παρισινή ένδυση σε φθινοπωρινή-αθηναϊκή, ακούγεται ένα πέμπτο όνομα. Τετάρτη βράδυ και η Αθήνα είναι άδεια. Λίγο αργότερα σε μπαρ φίλων η νύχτα βρίσκει 15 φίλους χωρισμένους σε ομάδες των τριών να λογομαχούν πολιτικά. Αν και παρακολουθώ συστηματικά, ρωτάω τους φίλους μου να μάθω πως το βιώνουν. Η αντίφαση ξεκινάει από τη πρώτη κουβέντα.


Την επομένη, καθώς το αεροπλάνο προσγειώνεται στη Θεσσαλονίκη, μου υπενθυμίζω ότι υπάρχει μια άλλη η Ελλάδα, μακριά αλλά και τόσο κοντά από το ψαγμένο κέντρο της Αθήνας και τις ιδιαιτέρως ενδιαφέρουσες κουβέντες πεφωτισμένων ανθρώπων στα μπλογκς και στο τουίτερ. Επιστρέφοντας στο Παρίσι, είναι αδύνατο να απαντήσω στο ερώτημα «πως είναι τα πράγματα στην Ελλάδα» . «Αντιφατικά», σκέφτομαι αλλά που να το αναλύεις.

Ξημερώματα Κυριακής στη Θεσσαλονίκη, σε μια σουβλακερι, χαζεύουμε τον κόσμο που βγαίνει από τα μπαρ. Υπάρχει πρόβλημα αισθητικής, λέει ένας φίλος. Ίσως. Είναι μια πραγματικότητα όμως. Λίγες ώρες μετά, μαθαίνω ότι κάποιος άλλος που εγκατέλειψε την Αθήνα για να ζήσει στη Βόρεια Ελλάδα, ισχυρίζεται ότι η Αθήνα είναι μία «μη πόλη». Η φράση αυτή τριγυρνά στο κεφάλι μου τις υπόλοιπες μέρες στην Αθήνα. Η δουλειά μου, η ασχολία μου είναι θέματα πόλης. Το «μη πόλη» δε το γνωρίζω. Γνωρίζω τους «μη τόπους» και ένα σωρό άλλα επιστημονικά, αλλά όχι αυτό. Σιγά σιγά όμως αρχίζω να καταλαβαίνω τι εννοεί. Δεν είναι όμως του παρόντος. Έξω από τα έργα του μετρό (;) στην Αγιά Σοφιά, η o Alvin Ailey, το πάρτυ της Δαπ, η Υφανέτ και η λαϊκή τραγουδίστρια συνυπάρχουν. Στην Αριστοτέλους μέρα μεσημέρι ένα σκύλος ξεκοκαλίζει ένα τεράστιο κομμάτι μάλλον βοδινού. Η σοκολάτα στο Δωμάτιο με Θέα έχει στον αφρο ζωγραφισμένα πολύχρωμα σχεδιάκια. Μου λένε ότι το ίδιο ισχύει σε πολλά καφέ. Τα εστιατόρια είναι ωραία διακοσμημένα. Από αισθητική σκίζουν. Πραγματικά. Στην παραλία, μπάτσοι κυνηγάνε αφρικανούς πωλητές. Μαζί τους κάποια ντουβάρια που δεν καταλαβαίνεις αν είναι ασφαλίτες ή φασίστες (ή και τα δύο). Το κάτω κομμάτι της Αριστοτέλους μοιάζει να έχει σταματήσει στο χρόνο. Ίσως και η υπόλοιπη πόλη και ας έχουν γίνει τα εστιατόρια μοδάτα. Δε μ’ αρέσει η Θεσσαλονίκη γιατί έχει κάτι το Βαλκανικό λέει ένα φίλος. Εμένα πάλι για αυτό μ΄αρέσει. Και για τη μελαγχολία της. Μερικούς μήνες μετά πεθαίνει ο Αγγελόπουλος.

Δεν υπάρχουν σχόλια: